Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Translate

Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2023

ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ 04

 


Κυριακή

 O ήλιος ψηλότερα θ' ανέβει
σήμερα που 'ναι Kυριακή.
Φυσάει το αγέρι και σαλεύει
μια θημωνιά στο λόφο εκεί.

Tα γιορτινά θα βάλουν, κι όλοι
θα 'χουν ανάλαφρη καρδιά:
κοίτα στο δρόμο τα παιδιά,
κοίταξε τ' άνθη στο περβόλι.

Tώρα καμπάνες που χτυπάνε
είναι ο Θεός αληθινός.
Πέρα τα σύννεφα σκορπάνε
και μεγαλώνει ο ουρανός.

Άσε τον κόσμο στη χαρά του
κι έλα, ψυχή μου, να σου πω,
σαν τραγουδάκι χαρωπό,
ένα τραγούδι του θανάτου. 

Πηγή: Κ. Καρυωτάκης, Ποιήματα και Πεζά, Ερμής, 1972.

Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2023

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΟΥΡΗΣ 07

 



Τεμπελιά


Δὲν ἔχω κέφι γιὰ δουλειά,
πάλι μὲ δέρνει τεμπελιὰ
καὶ κάθομαι στὸ στρῶμα...
Βρίσκω τὸ σῶμα μου βαρὺ
καὶ ὀλ᾿ ἡ γῆ δὲ μὲ χωρεῖ
κι ὁ οὐρανὸς ἀκόμα.

Κακὰ νομίζω τὰ καλὰ
καὶ βλέπω μία στὰ χαμηλὰ
καὶ μία κοιτῶ ἐπάνω...
Σ᾿ αὐτὸ τὸν κόσμο τὸν χαζὸ
ἂς ἠμποροῦσα νὰ μὴ ζῶ
μὰ ...δίχως νὰ πεθάνω.

Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2023

ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ 12

 


Το φάντασμα

Ωραίε νεκρέ, μονάρχη εσύ του μυστικού ουρανού μου
αστέρινε, ήρθες πάλι,
σ' έφερε η νύχτα, φάντασμα του λατρευτού μου
στην ορφανή μου αγκάλη.
Kαι σε κρατούσα όπως ποτέ δεν κράτησε μητέρα
το πρωτογέννητο παιδί στην αγκαλιά της,
και κάποιου πόνου μια ψυχή, χυμένη απ' άλλο αέρα,
την όψη σου την άγιαζε με τ' αντιφέγγισμά της.
K' είσουν ωραίος, όπως ποτέ κανένας έρωτάς μου
δεν είτανε στης νιότης μου τα χρόνια,
και σώπαινες, όπως ποτέ δε μίλησαν τ' αηδόνια
των ποιητών στα βάθη της καρδιάς μου.

Πηγή: Κ. Παλαμάς, Άπαντα.

Κυριακή 8 Ιανουαρίου 2023

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ 07

 


Ἐκινδύνευε νὰ βυθισθῇ εἰς τὸ κῦμα ἡ μικρὴ βάρκα τοῦ Κωνσταντῆ τοῦ Πλαντάρη, πλέουσα ἀνάμεσα εἰς βουνὰ κυμάτων, ἕκαστον τῶν ὁποίων ἤρκει διὰ νὰ ἀνατρέψῃ πολλὰ καὶ δυνατὰ σκάφη καὶ νὰ μὴ ἀποκάμῃ, καὶ εἰς ἀβύσσους, ἑκάστη τῶν ὁποίων θὰ ἦτο ἱκανὴ νὰ καταπίῃ ἑκατὸν καράβια καὶ νὰ μὴ χορτάσῃ. Ὀλίγον ἀκόμη καὶ θὰ κατεποντίζετο. Ἄγριος ἐφύσα βορρᾶς, ὀργώνων βαθέως τὰ κύματα, καὶ ἡ μικρὰ φελούκα, διὰ νὰ μὴν ἀρμενίζῃ κατεπάν᾽ τὸν ἀέρα, εἶχε μαϊνάρει* τὸ πανί της, καὶ εἶχε μείνει ξυλάρμενη* καὶ ὠρτσάριζε* κ᾽ ἐδοκίμαζε νὰ κάμῃ βόλτες*. Τοῦ κάκου. Μετ᾽ ὀλίγον ἡ θάλασσα ἐπῆρε τὸν ἐλεεινὸν φελλὸν εἰς τὴν ἐξουσίαν της, καὶ ὁ ἄνεμος τὸν ἔσυρεν ἐδῶ κ᾽ ἐκεῖ, καὶ ὁ Κωνσταντὴς ὁ Πλαντάρης ἐξέμαθεν εἰς τὴν στιγμὴν ὅσας βλασφημίας ἤξευρε καὶ ἠσχολεῖτο νὰ κάμῃ τὴν προσευχήν του, ἐνῷ ὁ μικρὸς σύντροφός του, ὁ ναύτης Τσότσος, νέος δεκαεπτὰ χρόνων, ἐγδύνετο καὶ ἡτοιμάζετο νὰ πέσῃ εἰς τὴν θάλασσαν, ἐλπίζων νὰ σωθῇ κολυμβῶν, καὶ ὁ μόνος ἐπιβάτης των, ὁ ζῳέμπορος Πραματής, ἔκλαιε καὶ εὕρισκεν ὅτι δὲν ἤξιζε τὸν κόπον ν᾽ ἀρμενίσῃ τις τόσην θάλασσαν διὰ νὰ πνιγῇ, ἀφοῦ ἡ γῆ ἦτο ἱκανὴ νὰ σκεπάσῃ μὲ τὸ χῶμά της τόσους καὶ τόσους. 

Κυριακή 1 Ιανουαρίου 2023

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΜΩΡΑΪΤΙΔΗΣ 02

 

 Αρφανούλα


Καὶ τὴν πρωΐαν ἐκείνην, κατὰ τὴν συνήθειάν της ἡ Ἀρφανοῦλα, πρὶν μεταβῇ εἰς τὸ ἐργοστάσιον, διερχομένη, ἐμβῆκεν εἰς τὴν Καπνικαρέαν, κ' ἐλαφρὰ − ἐλαφρά, ὡς πτηνὸν βηματίζουσα, μὲ τὴν ἐλαιόχρουν κοντὴν μπερτίτσαν της καὶ μὲ τὸ ἐκ μαύρου ψαθίου καπελάκι της, ἤναψε κηρίον εἰς τὸ εἰκονοστάσιον, ἠσπάσθη εὐλαβῶς τὴν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου καὶ ρίψασα βιαστικὰ βλέμματα πρὸς τὸ βάθος ὅπου ἐτελεῖτο ἡ Θεία Μυσταγωγία, ἔκαμε πεντέξ σταυροὺς ἀκόμη, βιαστικά, κ' ἐξῆλθε πάλιν, ἐλαφρὰ − ἐλαφρὰ βηματίζουσα ὡς πτηνόν, ἡ Ἀρφανοῦλα μὲ τὴν κοντὴν μπερτίτσαν της, κατευθυνομένη μὲ σπουδήν, πρὸς τὴν ὁδὸν Ἑρμοῦ, εἰς τὸ ἐργοστάσιον, ὡς πτηνὸν κυνηγημένον.