Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Translate

Κυριακή 25 Αυγούστου 2024

ΜΑΝΩΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ 05

 

 


Θεσσαλονίκη, Μέρες του 1969 Μ. Χ.

Στην οδό Αιγύπτου ―πρώτη πάροδος δεξιά―
Τώρα υψώνεται το μέγαρο της Τράπεζας Συναλλαγών
Τουριστικά γραφεία και πρακτορεία μεταναστεύσεως.
Και τα παιδάκια δεν μπορούνε πια να παίξουνε από τα τόσα τροχοφόρα που περνούνε.
Άλλωστε τα παιδιά μεγάλωσαν, ο καιρός εκείνος πέρασε που ξέρατε
Τώρα πια δε γελούν, δεν ψιθυρίζουν μυστικά, δεν εμπιστεύονται,
Όσα επιζήσαν, εννοείται, γιατί ήρθανε βαριές αρρώστιες από τότε
Πλημμύρες, καταποντισμοί, σεισμοί, θωρακισμένοι στρατιώτες·
Θυμούνται τα λόγια του πατέρα: εσύ θα γνωρίσεις καλύτερες μέρες
Δεν έχει σημασία τελικά αν δεν τις γνώρισαν, λένε το μάθημα οι ίδιοι στα παιδιά τους
Ελπίζοντας πάντοτε πως κάποτε θα σταματήσει η αλυσίδα
Ίσως στα παιδιά των παιδιών τους ή στα παιδιά των παιδιών των παιδιών τους.
Προς το παρόν, στον παλιό δρόμο που λέγαμε, υψώνεται Η Τράπεζα Συναλλαγών
―εγώ συναλλάσσομαι, εσύ συναλλάσσεσαι αυτός συναλλάσσεται―
Τουριστικά γραφεία και πρακτορεία μεταναστεύσεως
―εμείς μεταναστεύουμε, εσείς μεταναστεύετε, αυτοί μεταναστεύουν―
Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει, έλεγε κι ο Ποιητής
Η Ελλάδα με τα ωραία νησιά, τα ωραία γραφεία, τις ωραίες εκκλησιές
 
Η Ελλάς των Ελλήνων. 

 (από το Ποιήματα 1941-1971, Νεφέλη 2000)

Κυριακή 18 Αυγούστου 2024

ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ 12

 



ΓΗ ΤΩΝ ΑΠΟΥΣΙΩΝ


Τώρα θὰ κοιτάζεις μία θάλασσα.

Ἡ διάθεση νὰ σὲ ἐντοπίσω
στὴ συστρεφόμενη ἐντός μου γῆ τῶν ἀπουσιῶν
ἔτσι σὲ βρίσκει:
πικρὴ παραθαλάσσια ἀοριστία. 

Κυριακή 11 Αυγούστου 2024

ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΛΥΜΠΕΡΑΚΗ ΚΑΡΑΠΑΝΟΥ 02

 

Η Κασσάνδρα και ο λύκος


(απόσπασμα)


Εθνική εορτή


Χθες το βράδυ, η γιαγιά με πήγε στο στάδιο για να δω την «Ιστορία της Ελλάδος».

Ο κόσμος άρχισε να χτυπάει παλαμάκια για να βγει η Ελλάδα στη σκηνή, σβήσανε τα φώτα και μια φωνή ακούστηκε μες στα σκοτεινά:

«Ζήτω το Εθνικόν Έθνος!»

Ανάψανε τα φώτα κι είδα να περνάνε άνδρες με χλαμύδες και μεγάλα μουστάκια, που χόρευαν καλαματιανό.

«Αυτοί είναι οι αρχαίοι», μου εξήγησε η γιαγιά.

Μετά περάσαν πάλι άνδρες με χλαμύδες, αλλά με γένια και χωρίς μουστάκια.

«Αυτοί είναι οι χριστιανοί».

Στη μέση κυρίες κάναν κωλοτούμπες και τραγουδούσαν:

«Αερο-πό-ρος - θα- γε-νώωωω…»

Μου άρεσε πολύ, μου θύμιζε το τσίρκο.

«Αχ γιαγιά, δεν την έχω δει ποτέ έτσι την Ελλάδα, με τόσα χρώματα και τόσους ακροβάτες, δεν την έχω δει ποτέ με ξέπλεκα μαλλιά και χωρίς καπέλο, αχ γιαγιά, πού κρυβότανε τόσον καιρό; Ελλαδίτσα μου εσύ, αχ Ελλαδούλα μου, Ελλαδουλίτσα μου!»

Φώναξα για πολλή ώρα, κι ύστερα η «Ιστορία της Ελλάδος» τελείωσε, η Ελλάδα πήγε να κοιμηθεί κι εμείς γυρίσαμε στο σπίτι.

 Μαργαρίτα Καραπάνου, Η Κασσάνδρα και ο λύκος, Καστανιώτης, Αθήνα 2001, σ. 94-95.

Κυριακή 4 Αυγούστου 2024

ΚΑΙΣΑΡ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ 04


 Νυχτερινή Φαντασίωση


Νύχθ’ υπό λυγαίαν
ΑΠΟΛΛ. ΡΟΔ.

Ω! νάτο πάλι αυτό το ισχνό, φασματικό καράβι!
Βουβό, όπως πάντα, στα νεκρά νερά κυλάει απόψε,
ίσκιος θολός που εγέννησε μια νύχτα εβένινη, όταν
πίσσα και θειάφι η Τρικυμία μέσα στα χάη ξερνούσε.